Όλα όσα θέλετε να ξέρετε για το σπερμοδιάγραμμα
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το σπερμοδιάγραμμα θα δώσει μία σαφή απάντηση για την γονιμοποιητική ικανότητα ενός δείγματος σπέρματος, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, θα πρέπει να προστεθούν και άλλες εξετάσεις – μικροβιολογικές, βιοχημικές, ανοσολογικές, λειτουργικές δοκιμασίες – ώστε ο κλινικός γιατρός να αποκτήσει μια σαφή εικόνα για την αναπαραγωγική ικανότητα ενός άνδρα. Οι οδηγίες για την εκτέλεση του σπερμοδιαγράμματος ορίζονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και ακολουθούνται από όλους.
Τι πρέπει να γνωρίζει ο ενδιαφερόμενος πριν την εξέταση του σπερμοδιαγράμματος;
Αρχικά, πριν από την εξέταση, ο εξεταζόμενος θα πρέπει να απέχει 2 µε 7 ημέρες από τη σεξουαλική επαφή και να µην έχει ιστορικό υψηλού πυρετού το τελευταίο διάστημα. Κατά την εξέταση, θα πρέπει να συλλεχθεί όλο το δείγμα, προσέχοντας να µη χαθεί η πρώτη σταγόνα από την εκσπερμάτιση.
Η συλλογή του σπέρματος μπορεί να γίνει σε ειδικό δωμάτιο -που πολλές φορές είναι εξοπλισμένο µε οπτικοακουστικό υλικό- ή και στο χώρο του εξεταζόμενου, µε την προϋπόθεση να μεταφερθεί το δείγμα μέσα σε 1 ώρα στο εργαστήριο, προστατευόμενο από το κρύο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η λήψη του δείγματος πρέπει να γίνεται µε αυνανισμό και όχι µε διακοπτόμενη συνουσία. Είναι πολύ σημαντικό να ακολουθήσει ο ενδιαφερόμενος τις οδηγίες αυτές, ώστε το δείγμα του σπέρματος να είναι αντιπροσωπευτικό και έτσι το σπερμοδιάγραμμα να έχει κλινική σημασία.
Πρέπει να τονιστεί, ότι ο ίδιος άνδρας δεν παράγει πάντοτε την ίδια ποιότητα σπέρματος. Γι’ αυτό και συχνά παρατηρείται μεγάλη διακύμανση σε ορισμένες παραμέτρους του σπερμοδιαγράμματος (αριθμός και κινητικότητα των σπερματοζωαρίων), χωρίς να είναι γνωστοί οι παράγοντες που την προκαλούν. Επομένως, είναι απαραίτητη η εξέταση τουλάχιστον δύο ή ακόμη και τριών δειγμάτων σπέρματος έτσι ώστε να υπάρχει μια ολοκληρωμένη εικόνα.
Το δείγμα του σπέρματος αποτελείται από 2 μέρη: τα σπερματοζωάρια, που παράγονται από τον όρχι και τα υγρά των επικουρικών αδένων, µε τα οποία ενώνονται τα σπερματοζωάρια κατά την εκσπερμάτιση.
“Το σπερµοδιάγραµµα αποτελείτοπρώτο βήµα στην διερεύνηση της ανδρικής υπογονιµότητας.”
Σπερμοδιάγραμμα: Μακροσκοπική Εξέταση
Αμέσως μετά την εκσπερμάτιση, το δείγμα του σπέρματος έχει τη μορφή ζελατινώδους μάζας, που αλλάζει υφή µε την πάροδο λίγων λεπτών.
Αυτή η διαδικασία ονομάζεται «ρευστοποίηση» και απαιτεί συνήθως λίγα λεπτά. Εκτός από τη ρευστοποίηση, στη μακροσκοπική εξέταση ελέγχεται και ο όγκος, το pH και η γλοιότητα του δείγματος. Στο σημείο αυτό γίνεται συνήθως αναφορά και στο αν υπάρχουν σπερματοζωάρια κολλημένα μεταξύ τους που σχηματίζουν συγκολλήσεις των σπερματοζωαρίων ή συσσωρεύσεις.
Σπερμοδιάγραμμα: Μικροσκοπική Εξέταση
Η μικροσκοπική εξέταση δίνει πληροφορίες για το πόσα σπερματοζωάρια υπάρχουν στο δείγμα, την κινητικότητά τους και τη μορφολογία τους.
O αριθμός των σπερματοζωαρίων εκφράζεται µε δύο οπότε η μέτρηση της κινητικότητάς τους αποτελεί μια σημαντική παράμετρο. Η μέτρηση αυτή πραγματοποιείται αμέσως μετά τη ρευστοποίηση του δείγματος και οπωσδήποτε μέσα στην πρώτη ώρα (μετά το πέρας της πρώτης ώρας δεν έχει νόημα να γίνονται μετρήσεις) και µας δείχνει το ποσοστό των σπερματοζωαρίων που κινούνται καθώς και την ταχύτητά τους. Η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων διακρίνεται σε τέσσερις κατηγορίες:
Ζωηρή προωθητική κινητικότητα, η οποία αναφέρεται σε όλα τα σπερματοζωάρια που κινούνται παραμέτρους: τη συγκέντρωση (ανά mL) και το συνολικό αριθμό των σπερματοζωαρίων στο δείγμα. Στο δείγμα του σπέρματος, εκτός από τα σπερματοζωάρια, υπάρχουν και στρογγυλά κύτταρα. Αυτά είναι είτε πρόδρομα κύτταρα της σπερματικής σειράς είτε λευκά αιμοσφαίρια, δηλαδή κύτταρα που αναπτύσσει ο οργανισμός σαν αντίδραση σε λοίμωξη.
Κινητικότητα των σπερματοζωαρίων. Τα σπερματοζωάρια πρέπει να διανύσουν μια απόσταση μέχρι να φτάσουν στο ωάριο για να το γονιμοποιήσουν, στο χώρο ευθύγραμμα µε ταχύτητα > 25 µm/sec.
Νωθρή προωθητική κινητικότητα, η οποία αναφέρεται σε όλα τα σπερματοζωάρια που παρουσιάζουν καμπυλόγραμμη τροχιά και έχουν ταχύτητα < 5-25 µm/sec.
Μη προωθητική κινητικότητα, η οποία αναφέρεται σε σπερματοζωάρια που εμφανίζουν κάποια μικρή μορφή κινητικότητας (π.χ. κίνηση µόνο της ουράς ή επιτόπια μικρή κίνηση ή κίνηση σε μικρούς κύκλους ή κίνηση µε ταχύτητα < 5 µm/sec.)
Ακίνητα σπερματοζωάρια, δηλαδή σπερματοζωάρια χωρίς καμία κίνηση.
Ζωτικότητα των σπερματοζωαρίων
Παράλληλα µε την κινητικότητα, πραγματοποιείται και η εκτίμηση της ζωτικότητας των σπερματοζωαρίων. Η μέτρηση της ζωτικότητας συνιστάται να γίνεται σε όλα τα δείγματα, αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντική όταν η προωθητική κινητικότητα είναι μικρότερη του 40%.
Μορφολογία των σπερματοζωαρίων
Τα σπερματοζωάρια µε φυσιολογική μορφολογία είναι αυτά που γονιμοποιούν το ωάριο. Άλλωστε, μελέτες έχουν συσχετίσει το ποσοστό των σπερματοζωαρίων µε φυσιολογική μορφολογία µε τη φυσική σύλληψη, αλλά και το θετικό αποτέλεσμα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Τα σπερματοζωάρια αποτελούνται από κεφαλή, μέσο τμήμα και ουρά. Για να χαρακτηριστεί ένα σπερματοζωάριο ως «φυσιολογικό», πρέπει να έχει φυσιολογικά όλα τα τμήματά του. Κάθε οριακή μορφή θεωρείται παθολογική.
“Τα σπερματοζωάρια πρέπει να διανύσουν μια απόσταση μέχρι να φτάσουν στο ωάριο για να το γονιμοποιήσουν, οπότε η μέτρηση της κινητικότητάς τους αποτελεί μια σημαντική παράμετρο.”
Για παράδειγμα: η κεφαλή πρέπει να έχει σχήμα ωοειδές, ομαλό περίγραμμα και συγκεκριμένες διαστάσεις.
Το μέσο τμήμα πρέπει να είναι ομαλό µε ορισμένο πάχος και μήκος όσο περίπου η κεφαλή. Η ουρά πρέπει να είναι λεπτότερη από το μέσο τμήμα, ομαλή και να έχει μήκος περίπου 45 mm, 10 φορές δηλαδή το μήκος της κεφαλής.
Ενώ λοιπόν η εκτίμηση του ποσοστού των φυσιολογικών σπερματοζωαρίων είναι κλινικά σημαντική, πολλές πληροφορίες τις αντλούμε και από τις ανώμαλες μορφές που υπάρχουν στο δείγμα του σπέρματος. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες οι μορφολογικές ανωμαλίες υποδηλώνουν γενετική ανωμαλία, όπως είναι η μικροστρογγυλοκεφαλία ή το σύνδρομο short tail.
Συμπερασματικά, το δείγμα του σπέρματος είναι ένα βιολογικό υλικό µε ιδιαιτερότητες και ιδιομορφίες. Η εκτίμηση των παραμέτρων κατά την εκπόνηση του σπερμοδιαγράμματος είναι υποκειμενική και εξαρτάται από τον εξοπλισμό του εργαστηρίου, την εκπαίδευση του προσωπικού και την εμπειρία του. Επιπλέον, διαφορετικά εργαστήρια χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους αξιολόγησης των παραμέτρων.
Η έκδοση των εγχειριδίων του ΠΟΥ έχει συμβάλλει αρκετά στο να καθιερωθεί κοινός κώδικας αναφοράς και να τυποποιηθεί η μεθοδολογία στα ανδρολογικά εργαστήρια. Παρόλα αυτά, παρουσιάζονται ακόμη πολύ μεγάλες διαφορές στην αξιολόγηση του ίδιου δείγματος σπέρματος από διαφορετικά εργαστήρια και αυτό καθιστά την σύγκριση των αποτελεσμάτων αδύνατη.
Για την εκτίμηση λοιπόν της ανδρικής γονιμότητας, είναι απαραίτητο να επιλέγονται εξειδικευμένα εργαστήρια, τα οποία, εκτός από τον σωστό εξοπλισμό και το εκπαιδευμένο προσωπικό, ακολουθούν συστήματα εξωτερικού ποιοτικού ελέγχου για την πιστοποίηση της ακρίβειας του αποτελέσματος. Γιατί µόνο ένα αξιόπιστο σπερμοδιάγραμμα μπορεί να βοηθήσει το ζευγάρι και τον γιατρό του.
Θεοδοσία Ζεγκινιάδου Βιολόγος-Ανδρολόγος M.H.Sc., Ph.D